Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΟΤΗΤΑ  2


ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑ


ΚΕΙΜΕΝΟ   1

           Από τους υπερπολύγλωσσους, ικανούς να κατακτήσουν έως και 18 διαφορετικές γλώσσες, έως τους απλά γλωσσομαθείς, οι οποίοι μιλούν άπταιστα τουλάχιστον δύο γλώσσες ακόμη πέρα από τη μητρική τους, οι νέοι καθώς επίσης οι μετανάστες και οι εργαζόμενοι στην παγκόσμια πλέον οικονομία, ακούσια, ξαναγράφουν τους κανόνες της επικοινωνίας. Θα μπορούσε να γίνει λόγος για την ανέγερση ενός σύγχρονου πύργου της Βαβέλ, όπου οι γλώσσες συνεχίζουν ακόμη να διασταυρώνονται και να συγχέονται, αλλά στο τέλος η κατανόηση και η επικοινωνία καταλήγουν να είναι αρτιότερες και πιο ολοκληρωμένες.
            Η πολυγλωσσία πλέον αποτελεί βασική ανάγκη αλλά παράλληλα και προσωπική επιδίωξη των περισσότερων νέων ανθρώπων. Στην Πολωνία το ποσοστό των νέων μεταξύ 17 και 23 ετών που δηλώνει πως μιλάει ικανοποιητικά ακόμη δύο γλώσσες πέρα από τη μητρική του, αγγίζει το 67% και στη Γαλλία το 64%, ενώ στη χώρα μας το ποσοστό των μαθητών που διδάσκεται τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα ανέρχεται στο εξαιρετικό 92%.
            Eίναι πλέον δεδομένο πως για να μπορέσει κάποιος να ανταποκριθεί και να επικοινωνήσει μέσα σε αυτήν τη νέα, σύγχρονη Βαβέλ που ζούμε, είναι απαραίτητο να ξέρει να μιλάει, να διαβάζει και να γράφει σε δύο ή και περισσότερες γλώσσες. Η Κλερ Καμς, γλωσσολόγος, καθηγήτρια στο Μπέρκλεϊ και μία από τους ειδικούς με τους οποίους συνομίλησε ο Εραρντ για τις ανάγκες συγγραφής του βιβλίου του, θεωρεί πως η ερώτηση «πόσες γλώσσες γνωρίζεις;», αν όχι λανθασμένη, είναι σίγουρα μερική καθώς η σωστή ερώτηση θα έπρεπε να είναι «σε πόσες γλώσσες ζεις;». Πέρα από αναγκαία ως εργαλείο επαγγελματικής ανέλιξης, η εκμάθηση γλωσσών αποτελεί και σημείο ουσιαστικής επαφής μεταξύ διαφορετικών λαών και πολιτισμών, προσφέροντας τη δυνατότητα μιας καλύτερης αμοιβαίας κατανόησης των ανθρώπων και συμβάλλοντας στην εξάλειψη φαινομένων όπως η ξενοφοβία, η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός. Οι διαφορετικές γλώσσες συνεπάγονται και πολλαπλές αναγνώσεις τού ούτως ή άλλως πολυσήμαντου κόσμου μας. Όσο περισσότερες οι αναγνώσεις και οι ερμηνείες τόσο περισσότερες και οι προοπτικές.



ΚΕΙΜΕΝΟ  2

                  Θενξ μαν! (Thanks man) ... Όταν τ' ακούω, μεταφράζω σιωπηρά: Ευχαριστώ, μάγκα μου. Ή: Ευχαριστώ, φιλάρα ... Τα μεταφρασμένα μου φαίνονται πιο αρρενωπά, πιο άμεσα, πιο μοναδικά. Γιατί λοιπόν οι μάγκες έφηβοι και οι μεγαλύτεροι τιτιβίζουν τα δικά τους greeklish; Ίσως γιατί κάθε γενιά χρειάζεται τη δική της ιδιόλεκτο, μια δική της αργκό, προσωρινή, αναλώσιμη, με ημερομηνία λήξεως, που όμως τη διαχωρίζει από τις προηγούμενες γενιές. Η ιδιόλεκτος του "μαν" θα ξεθωριάσει καθώς μεγαλώνοντας ο νέος έρχεται σε επαφή με άλλες αργκό, ακαδημαϊκές ή επαγγελματικές. Το ερώτημα παραμένει πάντως: γιατί τα αγγλικά κατακλύζουν τον καθημερινό λόγο μικρών και μεγάλων;
            Είναι αληθές ότι η γλωσσομάθεια έχει αυξηθεί γεωμετρικά τις τελευταίες δεκαετίες. Ο σημερινός απόφοιτος λυκείου θα διαβάζει και θα μιλάει αγγλικά ασυγκρίτως καλύτερα από τον ανάλογο του στη δεκαετία του '70 και του '80. Το επικοινωνιακό μας περιβάλλον κατακλύζεται από ξένη γλώσσα: τηλεόραση, ταινίες, διαδίκτυο, videoclips και ποπ κουλτούρα.
            Παίζουν ρόλο οι σπουδές; Ναι, ασφαλώς, αλλά πολύ σοβαρότερο ρόλο παίζει το διεθνές περιβάλλον της εργασίας και η γενικευμένη ολιγογλωσσία των εταιρικών στελεχών. Μέγα μέρος των επαγγελμάτων απαιτεί καλή γνώση ξένης γλώσσας. Στις «μπίζνες» δεν χρειάζονται καλά ελληνικά, δεν χρειάζεται καν γλώσσα, όλα διεξάγονται με τυποποιημένες εκφράσεις, κυρίως αγγλικές: έχω ένα «κόνσεπτ» για ένα «πρότζεκτ» αλλά δεν μου βγαίνει το «μπάτζετ»
            Σοβαρό ρόλο παίζει και η ξενομανία. Υπό τον συνοπτικό αυτό όρο εννοούνται διάφορα συμπλέγματα καθυστέρησης, μειονεξίας, μιμητισμού. Σε περιβάλλον ασφυκτικά ομογενοποιημένο, κοσμοπολίτικο, ίδιο παντού, η διατήρηση ιδιαίτερης ταυτότητας, ιδιομορφίας, ντοπιολαλιάς, είναι δύσκολη, κοπιώδης, ανεπιθύμητη εντέλει. Είναι ασφαλέστερο να ομοιάζεις, ώστε να γίνεσαι ευκολότερα αποδεκτός. Τα πλούσια, καλά ελληνικά φαντάζουν δύσκολα και σχεδόν ανώφελα στον οικονομικό και εργασιακό στίβο, ενώ τα «γκρίκλις» του «κόνσεπτ - πρότζεκτ» είναι εύκολα, ακίνδυνα, ξεκούραστα και καλύπτουν αδυναμίες και ανεπάρκειες. Το ποτάμι που μας περιέχει είναι ορμητικό και κοσμοπολίτικο, με τρόπους καινούργιους και ίσως επικίνδυνους.
            Αναμφίβολα η εγκατάλειψη της μητρικής γλώσσας δεν είναι πρόοδος, είναι υποταγή και απώλεια ταυτότητας, είναι υπαρξιακή συρρίκνωση, ατομική και εθνική. Η γλώσσα δεν είναι μόνο εργαλείο, δεν είναι μόνο φόρμα, δεν είναι μόνο επικοινωνία, πρωτίστως είναι νοητικό και αισθητικό συμβάν, είναι σχέση, είναι κοινωνία. Πίσω από τη θρυμματισμένη γλώσσα των στελεχών και των μοδάτων, των τεχνοκρατών, τώρα πια και των πολιτικών, αναπτύσσεται μια αναλόγως θρυμματισμένη σκέψη, αδιάφορη, κολοβή, υποταγμένη. Όσο πιο υποταγμένη η γλώσσα και η σκέψη, τόσο πιο άχρωμη και ανελεύθερη η κοινωνική και πολιτική μας ύπαρξη


(κείμενα διασκευασμένα από τον ηλεκτρονικό Τύπο)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου